ὃ σὺ μισεῖς ἑτέρῳ μὴ ποιήσεις → don't do to others what you don't want them to do to you
στερροβόας: ὁ, διάφ. γραφ. ἀντὶ στερεοβόας, ὃ ἴδε.
ὁ, Α(δ. γρφ·) βλ. στερεοβόας.