σύ με μαστροπεύσεις πρὸς τὴν πόλιν → so you intend acting the procurer
-ῶ :garnir d'une frange, d'une bordure.Étymologie: κράσπεδον.
κρασπεδόω: окаймлять, обвивать (κεκρασπεδῶσθαι ὄφεσιν Eur.).
mit einem Rande einfassen, umsäumen, ὄφεσι κεκρασπεδῶσθαι Eur. Ion 1423.