Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

νεφρίτιδα

From LSJ
Revision as of 11:58, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (27)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Οὐ γὰρ ἀργίας ὤνιονὑγίεια καὶ ἀπραξίας, ἅ γε δὴ μέγιστα κακῶν ταῖς νόσοις πρόσεστι, καὶ οὐδὲν διαφέρει τοῦ τὰ ὄμματα τῷ μὴ διαβλέπειν καὶ τὴν φωνὴν τῷ μὴ φθέγγεσθαι φυλάττοντος ὁ τὴν ὑγίειαν ἀχρηστίᾳ καὶ ἡσυχίᾳ σῴζειν οἰόμενος → For health is not to be purchased by idleness and inactivity, which are the greatest evils attendant on sickness, and the man who thinks to conserve his health by uselessness and ease does not differ from him who guards his eyes by not seeing, and his voice by not speaking

Plutarch, Advice about Keeping Well, section 24

Greek Monolingual

η (Α νεφρῑτις)
νεοελλ.
οξεία ή χρόνια αμφοτερόπλευρη παρεγχυματική νόσος τών νεφρών που αφορά κυρίως το αγγειακό τους σύστημα ή τον συνδετικό ιστό ανάμεσα στα ουροφόρα σωληνάρια
αρχ.
1. παρουσία άμμου στους νεφρούς
2. ως επίθ. νεφρική, αυτή που ανήκει ή αναφέρεται στους νεφρούς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νεφρός + επίθημα -ῖτις (πρβλ. αρθρ-ίτις), Η λ. με τη νεοελλ. σημ. είναι αντιδάνεια, πρβλ. αγγλ. nephritis].