ἐκτέμνεσθαί τινας φιλανθρωπίᾳ → disarm and deceive by kindness
-ον, Αυπέρμετρα οργισμένος ή άγριος. επίρρ...ὑπερκότως Αμε υπέρκοτο τρόπο.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ- + κότος «διαρκής οργή, έχθρα, μίσος» (πρβλ. ἔγ-κοτος, ἐπί-κοτος)].