πικρὸν με ἀπαιτεῖς ἐνοίκιον → you ask too much of me, you demand a bitter rent from me
οὐδαμόσε (Α)επίρρ. σε κανένα μέρος, προς κανένα μέρος.[ΕΤΥΜΟΛ. < οὐδαμός + επιρρμ. κατάλ. -σε (πρβλ. μηδαμό-σε)].