Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
Λύπην γὰρ εὔνους οἶδε θεραπεύειν λόγος → Sanare luctum scit benevola oratio → Betrübnis weiß zu heilen ein geneigtes Wort
ὀπωροβόρος, -ον (Α)αυτός που τρώει οπώρες, οπωροφάγος.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀπώρα + -βόρος (< βορά «τροφή»), πρβλ. αιμο-βόρος].