εἰ μὴ μάλα γέ τινες ὀλίγοι ὧν ἐγὼ ἐντετύχηκα → apart from a very few whom I've met
-ον, Ααυτός που είναι ψηλά ζωσμένος.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὕψι «ψηλά» + -ζωνος (< ζώνη), πρβλ. καλλί-ζωνος].