Ἥξει τὸ γῆρας πᾶσαν αἰτίαν φέρον → Veniet senectus omne crimen sustinens → Bald kommt das Alter, das an allem trägt die Schuld
-η, -ο και πυκνόσκιωτος, -η, ο, Ν
(για δένδρα ή δάση) αυτός που παρουσιάζει πυκνή, βαθιά σκιά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πυκνός + ήσκιος «σκιά» + κατάλ. -ωτος (πρβλ. ελαφρο-ήσκιωτος)].