καὶ κεραμεὺς κεραμεῖ κοτέει καὶ τέκτονι τέκτων, καὶ πτωχὸς πτωχῷ φθονέει καὶ ἀοιδὸς ἀοιδῷ → and potter is ill-disposed to potter, and carpenter to carpenter, and the beggar is envious of the beggar, the singer of the singer
το, Ν
1. σφαγή
2. φρ. «θέλει σφάξιμο»
μτφ. του χρειάζεται αυστηρή τιμωρία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αόρ. έσφαξα του σφάζω + κατάλ. -ιμο (πρβλ. γράψ-ιμο)].