ὑποτράχηλος

Revision as of 14:58, 11 May 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\)" to "πρβλ. $2$4)")

English (LSJ)

ον, under the neck, Hsch. s.v. [[ὑποθυμί[ο]ς]].

Greek (Liddell-Scott)

ὑποτράχηλος: [ᾰ], -ον, ὁ ὑπὸ τὸν τράχηλον, Ἡσύχ. ἐν λ. ὑποθυμίς.

Greek Monolingual

-ον, Α
τοποθετημένος στο κάτω μέρος του τραχήλου («στέφανος ὑποτράχηλος», Ησύχ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + τράχηλος (πρβλ. περιτράχηλος)].