σκλήρωσις
From LSJ
Γνώμη γερόντων ἀσφαλεστέρα νέων → Senum quam iuvenum monita attendes tutius → Der Alten Rat und Meinung birgt mehr Sicherheit
English (LSJ)
εως, ἡ, hardening, μολίβου PLeid.X.1 (σλ- Pap.); κασσιτέρου ib.24.
Greek (Liddell-Scott)
σκλήρωσις: -εως, ἡ, = σκλήρωμα, Μοσχίων 133.