σκολοπισμός
From LSJ
Θεοὶ μὲν γὰρ μελλόντων, ἄνθρωποι δὲ γιγνομένων, σοφοὶ δὲ προσιόντων αἰσθάνονται → Because gods perceive future things, men what is happening now, but wise men perceive approaching things
Θεοὶ μὲν γὰρ μελλόντων, ἄνθρωποι δὲ γιγνομένων, σοφοὶ δὲ προσιόντων αἰσθάνονται → Because gods perceive future things, men what is happening now, but wise men perceive approaching things
Full diacritics: σκολοπισμός | Medium diacritics: σκολοπισμός | Low diacritics: σκολοπισμός | Capitals: ΣΚΟΛΟΠΙΣΜΟΣ |
Transliteration A: skolopismós | Transliteration B: skolopismos | Transliteration C: skolopismos | Beta Code: skolopismo/s |
ὁ, impaling, Vett.Val.127.26.
σκολοπισμός: -οῦ, ὁ, σταύρωσις, «παλούκωμα», Εὐστ. Πονημάτ. 286, 16.
ὁ, ΝΜΑ σκολοπίζω
η ενέργεια του σκολοπίζω, ανασκολοπισμός, παλούκωμα.