εὐάφεια

Revision as of 10:35, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

English (LSJ)

[ᾰφ], ἡ, softness to the touch, Heraclid.Cum.5; -είας χάριν Heliod. ap. Orib.49.8.3, cf. Antyll.ib.45.2.1, Gal.12.844.

German (Pape)

[Seite 1058] ἡ, Weichheit beim Berühren, Heracild. bei Ath. II, 48 d.

Greek (Liddell-Scott)

εὐάφεια: ἡ, μαλακότης ἐν τῷ ἅπτεσθαι, ἵνα κόσμον ἔχῃ ἡ στρῶσις καὶ εὐάφειαν Ἡρακλείδ. παρ’ Ἀθην. 48D, Ὀρειβάσ. 133 Mai.

Greek Monolingual

εὐάφεια, ιων. τ. εὐαφίη, ἡ (Α) ευαφής
η απαλότητα στην αφή, το μαλακό ψηλάφημα («ἵνα κόσμος ἔχῃ ἡ στρῶσις καὶ εὐάφειαν», Ορειβ.).