escultura
From LSJ
Λόγον παρ' ἐχθροῦ μήποθ' ἡγήσῃ φίλον → Sermonem ab hoste benevolum numquam puta → Erachte nie des Feindes Wort als Freundlichkeit
Spanish > Greek
ἀγαλματουργία, ἀγαλματοποιική, ἀγαλματοποιϊκή, ἀγαλματοποιητική, ἀγαλματοποιία, ἀγαλματοποιΐα, ἀνδριαντουργία, ἀνδριαντοποιΐα, γλυφή, ἄγαλμα, δαιδαλούργημα, γλυπτική