καθαγίζω
Ἦθος προκρίνειν χρημάτων γαμοῦντα δεῖ → Ex moribus, non aere, nupturam aestima → Bewerte den Charakter nicht das Geld der Braut
English (LSJ)
Att. fut. -ιῶ: Ion. fut. inf.
A κατ-αγιεῖν Hdt.1.86:—devote, dedicate, ἀκροθίνια θεῶν ὅτεῳ δή l.c.; νήττῃ πυρούς Ar.Av.566, cf. Lys.238, Pl.Criti.120a, Men. 319.13, etc.; esp. of a burnt offering, θυμιήματα κ. Hdt.2.130; κ. πυρί ib.47; κ. ἐπὶ πύρης Id.7.167; ἐπὶ τοῦ βωμοῦ Id.1.183; ἀρκεύθου ξύλοις Paus.2.10.5: abs., Hdt.2.40, etc.; make offerings to the dead, Luc. Luct.9:—Pass., cj. in Ph.1.190 (καταγιζ- Pap., καθαγνιζ- codd.), 558 (καθαγνιζ- codd.). II generally, burn, καταγιζομένου τοῦ καρποῦ τοῦ ἐπιβαλλομένου [ἐπὶ τὸ πῦρ] Hdt.1.202; esp. burn a dead body, τὸ σῶμα τοῦ Καίσαρος ἐν ἀγορᾷ κ. Plu.Ant.14, cf. Brut.20; so (as cj. for καθήγνισαν) ὅσων σπαράγματ' ἢ κύνες καθήγισαν whose mangled bodies dogs have buried, i.e. devoured, S.Ant.1081 (= μετὰ ἄγους ἐκόμισαν, Sch.).