Ἀχελῷος

Revision as of 11:42, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_20)

English (LSJ)

poet. Ἀχελώϊος, ὁ,

   A Achelous, name of several rivers, Il.21.194, 24.616, Hes. Th.340, Str.9.5.10, etc.    II in Poets, any stream: generally, water, S.Fr.5, E.Ba.625, Ar.Fr.351, Achae.9, Ephor.27.

Greek (Liddell-Scott)

Ἀχελῷος: ποιητ. Ἀχελώιος, ὁ, ὄνομα διαφόρων ποταμῶν, ὁ γνωστότατος δ’ ἐξ αὐτῶν εἶναι ὁ ῥέων διὰ τῆς Αἰτωλίας καὶ Ἀκαρνανίας, ἤδη καλούμενος Ἀσπροπόταμον, Ἰλ. Φ. 194, Ἡσ. Θ. 340· ἕτερος ἐν Φρυγίᾳ, Ἰλ. Ω. 616· ἄλλος ἐν Θεσσαλίᾳ, Στράβων 434. ΙΙ. παρὰ μεταγ. ποιητ. ἐσήμαινε πάντα ποταμὸν (πρβλ. Ἄναυρος), ἢ ἐν γένει τὸ ὕδωρ, Εὐρ. Βάκχ. 625, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 130, Ἀχαιὸς παρ’ Ἀθην. 427C, Σχόλ. εἰς Αἰσχύλ. Πέρσ. 866· οὕτως Οὐεργίλ. Acheloïa pocula, πρβλ. Ἐφορ. 27 Λοβ. Ἀγλαόφαμ. 2. 833.