ἀλλὰ πάνυ ἑτοίμως παρορᾷς → but you quite purposely see wrongly
λαχνᾱεις 1 shaggy Σικελία τ' αὐτοῦ (= Τυφῶνος) πιέζει στέρνα λαχνάεντα (P. 1.19)