ἀγωνικός
From LSJ
Βίος κέκληται δ' ὡς βίᾳ πορίζεται → Vi quia paratur vita, vita dicitur → Weil's auf gewaltsamem Streben beruht, heißt's Lebensgut
English (LSJ)
ή, όν,
A v.l. for ἀγωνιστικός, D.H.Rh.6.6.
Greek (Liddell-Scott)
ἀγωνικός: -ή, -όν, ὁ εἰς ἀγῶνα ἁρμόδιος ἢ ἐπιτήδειος, Διον. Ἁλικ. ῥητ. 6.