ἁμαξηδόνια
From LSJ
Ἡμερὶ πανθέλκτειρα, μεθυτρόφε, μῆτερ ὀπώρας ... → All-soothing vine, nurse of the wine, vintage's mother ... (Anthologia Palatina 7.24.1)
English (LSJ)
τά,
A axlepins, Sch.E.Hipp.1235.
Greek (Liddell-Scott)
ἁμαξηδόνια: τά, τὰ ἐνήλατα, Εὐστάθ. 598.