Ἰὸς πέφυκεν ἀσπίδος κακὴ γυνή → Ipsum venenum aspidis mulier mala → Das reinste Natterngift ist eine schlechte Frau
ἀλγηδὼν (-όνος), η (Α) ἀλγῶ1. σωματικός πόνος, άλγος, ψυχικός πόνος, οδύνη, θλίψη2. πρόκληση πόνου.