θεὸς δ' ἁμαρτάνουσιν οὐ παρίσταται → God doesn't stand by those who do wrong → A peccatore sese numen segregat → Ein Gott steht denen, die da freveln, niemals bei
η και αγκωναροδέσι, το
1. σύνδεση αγκωναριών με σιδερένια ελάσματα
2. τμήμα οικοδομής χτισμένο με αγκωνάρια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αγκωνάρι + δένω].