ἐὰν ᾖς φιλομαθής, ἔσει πολυμαθής → if you are studious, you will become learned
ἀθαμβής, -ές (Α) θάμβοςαυτός που δεν θαμπώνεται από κάτι, ατάραχος, ακλόνητος.