Οὔτ' ἐν φθιμένοις οὔτ' ἐν ζωοῖσιν ἀριθμουμένη, χωρὶς δή τινα τῶνδ' ἔχουσα μοῖραν → Neither among the dead nor the living do I count myself, having a lot apart from these
αἰγῶνιξ και αἰγόνυξ (-υχος), ο, η (Α)
αυτός που έχει νύχια κατσίκας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αἴξ –αἰγὸς + ὄνυξ.