θυλακίτιδα

From LSJ
Revision as of 06:36, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (17)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

νόμος βούλεται μὲν εὑεργετεῖν βίον ἀνθρώπων (Democritus) → Law is meant to benefit human life

Source

Greek Monolingual

ή ιατρ.
1. φλεγμονή του τριχοσμηγματικού θυλάκου
2. κάθε φλεγμονή θυλακίου ή θυλάκου, ιδίως ορογόνου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου (πρβλ. αγγλ. folliculitis < λατ. folliculus «θυλάκιο» + -itis)].