(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)
Τὸν εὖ ποιοῦνθ' (εὐποροῦνθ') ἕκαστος ἡδέως ὁρᾷ → Den, der ihm wohltut, freut ein jeder sich zu sehn
Menander, Monostichoi, 501Greek Monolingual
ο (Α ἀντίχειρ)
το παχύτερο από τα δάχτυλα του χεριού, που αποτελείται από δύο φάλαγγες και βρίσκεται απέναντι στα άλλα τέσσερα.