αντίχειρας

From LSJ
Revision as of 06:56, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (5)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Τὸν εὖ ποιοῦνθ' (εὐποροῦνθ') ἕκαστος ἡδέως ὁρᾷ → Den, der ihm wohltut, freut ein jeder sich zu sehn

Menander, Monostichoi, 501

Greek Monolingual

ο (Α ἀντίχειρ)
το παχύτερο από τα δάχτυλα του χεριού, που αποτελείται από δύο φάλαγγες και βρίσκεται απέναντι στα άλλα τέσσερα.