απέναντι

From LSJ

Περὶ τῶν Ἱπποκράτους καὶ Πλάτωνος δογμάτων → On the Doctrines of Hippocrates and Plato

Source

Greek Monolingual

(AM ἀπέναντι) επίρρ.
έναντι, αντίκρυ
νεοελλ.
1. ενώπιον, κατά πρόσωπον
2. σε σχέση με («απέναντί μου έδειξε καλοσύνη»)
3. για μερική απόσβεση («έδωσε απέναντι δέκα χιλιάδες»).