δειπνοποιώ
From LSJ
Κόλαζε τὸν πονηρόν, ἄνπερ δυνατὸς ᾖς → Malum castiga, maxime si sis potens → Den Schurken strafe, wenn du dazu fähig bist
Greek Monolingual
δειπνοποιῶ (-έω) (Α) δειπνοποιός
1. προετοιμάζω το δείπνο
2. δειπνοποιούμαι
δειπνώ.
Κόλαζε τὸν πονηρόν, ἄνπερ δυνατὸς ᾖς → Malum castiga, maxime si sis potens → Den Schurken strafe, wenn du dazu fähig bist
δειπνοποιῶ (-έω) (Α) δειπνοποιός
1. προετοιμάζω το δείπνο
2. δειπνοποιούμαι
δειπνώ.