χελῶναι μακάριαι τοῦ δέρματος → you tortoises are fortunate in your skin, you blessed turtles with your shell
ἐχιδνόκομος, -ον (Α)αυτός που έχει μαλλιά από έχιδνες ή σαν έχιδνες, ο φιδόμαλλος.[ΕΤΥΜΟΛ. < έχιδνα + -κομος (< κόμη «μαλλιά»)].