οὔτε σοφίας ἐνδείᾳ οὔτ' αἰσχύνης περιουσίᾳ → neither from lack of knowledge nor from superfluity of modesty
[Seite 1218] ὁ, sp. Form für θριγκός, vgl. Lob. paral. 47.
θριγχός, ὁ (Α)βλ. θριγκός.[ΕΤΥΜΟΛ. Μτγν. τ. του θριγκός].