κατακεκαυμενίτης
From LSJ
Εἰ μὴ φυλάσσεις μίκρ', ἀπολεῖς τὰ μείζονα → Maiora perdes, minima ni servaveris → Wer Kleines nicht erhält, verliert das Größre auch
Greek Monolingual
κατακεκαυμενίτης, ὁ (Α) Κατακεκαυμένη
φρ. «κατακεκαυμενίτης οἶνος» — κρασί της Κατακεκαυμένης.