νοικοκύρεμα
From LSJ
Ἴσος ἴσθι πᾶσι, κἂν ὑπερέχῃς τῷ βίῳ → Quamvis superior sorte, da te aequum omnibus → Sei allen gleich, auch wenn du reicher bist
Greek Monolingual
και νοικοκύρευμα, το νοικοκυρεύω
ευτρεπισμός, τακτοποίηση, συγύρισμα, συμμάζεμα.