ὦ πολλῶν ἤδη λοπάδων τοὺς ἄμβωνας περιλείξας → you who have licked the labia of many vaginas (Eupolis fr. 52)
ξυλόφυτον: τό, = σύμφυτον, Λατιν. consolida, Apul. herb. 59.
ξυλόφυτον, τὸ (Α)το φυτό σύμφυτον.[ΕΤΥΜΟΛ. < ξύλον + φυτόν.