Μιμοῦ τὰ σεμνά, μὴ κακῶν μιμοῦ τρόπους → Graves imitatormores, ne imitator malos → Das Edle nimm zum Vorbild, nicht der Schlechten Art
προεισπράσσω, ΝΑ εισπράττω
νεοελλ.
εισπράττω χρηματικό ποσό πριν να γίνει απαιτητό («προεισέπραξε δύο μισθούς»)
αρχ.
εισπράττω χρήματα από οφειλέτη πριν από την καθορισμένη προθεσμία.