σιδηροβασταγή
From LSJ
ὁ ναύτης ὁ ἐν τῇ νηῒ μένων βούλεται τοὺς τέτταρας φίλους ἰδεῖν → the sailor staying on the ship wants to see his four friends
ὁ ναύτης ὁ ἐν τῇ νηῒ μένων βούλεται τοὺς τέτταρας φίλους ἰδεῖν → the sailor staying on the ship wants to see his four friends
Full diacritics: σῐδηροβαστᾰγή | Medium diacritics: σιδηροβασταγή | Low diacritics: σιδηροβασταγή | Capitals: ΣΙΔΗΡΟΒΑΣΤΑΓΗ |
Transliteration A: sidērobastagḗ | Transliteration B: sidērobastagē | Transliteration C: sidirovastagi | Beta Code: sidhrobastagh/ |
ἡ,
A provision, supply of iron, PMasp.57.12 (vi A.D.), PFlor.297.41 (vi A.D.).
ἡ, Α
προμήθεια ή παράδοση σιδήρου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σιδηρο- + βασταγή «δέμα» (< βαστάζω)].