σπάρμα

From LSJ
Revision as of 12:30, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (38)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ὕπνος πέφυκε σωμάτων σωτηρία → Incolumitas est corporis nostri sopor → Der rechte Weg ist zur Gesunderhaltung Schlaf

Menander, Monostichoi, 520

Greek Monolingual

το, Ν
ο σπόρος που έχει πέσει στη γη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. σπαρ- του σπείρω (πρβλ. σπαρ-τός) + κατάλ. -μα (πρβλ. σπέρ-μα)].