ὑπνοδῶτις
From LSJ
ὅσα μὲν τῆς ἰδίας τρυφῆς εἵνεκα Μειδίας καὶ περιουσίας κτᾶται → all the wealth that Meidias retains for private luxury and superfluous display
German (Pape)
[Seite 1207] ιδος, ἡ, fem. zum Vor., Orph. H. 56, 8, zw.
Greek Monolingual
-ώτιδος, ἡ, Α
βλ. υπνοδότης.