Οἷς μὲν δίδωσιν, οἷς δ' ἀφαιρεῖται τύχη → Fortuna multos spoliat, alios munerat → Den einen gibt, den andern aber nimmt das Glück
και χαχλανίζω Ν χάχανο1. γελώ ηχηρά και παρατεταμένα2. καγχάζω.