τυπολάτρης

From LSJ
Revision as of 12:50, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (42)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

δόξειε δ' ἂν τῆς κυριωτάτης καὶ μάλιστα ἀρχιτεκτονικῆς. τοιαύτη δ' ἡ πολιτικὴ φαίνεται → It would seem to belong to the most authoritative art and that which is most truly the master art. And politics appears to be of this nature.

Source

Greek Monolingual

ο, θηλ. τυπολάτρισσα, Ν
ο υπερβολικά προσηλωμένος στους τύπους εις βάρος της ουσίας, φορμαλιστής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τύπος + λάτρης. Η λ., στον λόγιο τ. του πληθ. τυπολάτραι, μαρτυρείται από το 1893 στον Εμμ. Ροΐδη].