χηλευτής
From LSJ
Εὐνοῦχος ἄλλο θηρίον τῶν ἐν βίῳ → Eunuchus, alia vitam spurcans bestia → Ein weitres Lebensungetüm ist der Eunuch
[Seite 1352] ὁ, der Stricker, Flechter, VLL.
ὁ, Α χηλεύω
1. αυτός που πλέκει, πλέκτης
2. (κατά τον Ησύχ.) «χηλευτής
ὁ ῥάπτης».