νέῳ δὲ σιγᾶν μᾶλλον ἢ λαλεῖν πρέπει → it's fitting for a young man to keep silence rather than to speak (Menander)
[Seite 1352] ὁ, der Stricker, Flechter, VLL.
ὁ, Α χηλεύω1. αυτός που πλέκει, πλέκτης2. (κατά τον Ησύχ.) «χηλευτήςὁ ῥάπτης».