τανκ

From LSJ
Revision as of 12:54, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (40)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Καλὸν τὸ μηδὲν εἰς φίλους ἁμαρτάνειν → Nihil peccare in amicos est pulcherrimum → Gut ist, sich gegen Freunde nicht versündigen

Menander, Monostichoi, 279

Greek Monolingual

(I)
το, Ν
στρ. αγγλική ονομασία του άρματος μάχης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. tank < πορτογ. tanque, συντετμ. τ. του estanque < ρ. estancar «σταματώ, ανακόπτω»].———————— (II)
το, Ν
άκλ. μετρολ. ινδική μονάδα βάρους, ισοδύναμη με 4, 43 γραμμάρια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. tank < țāk, λ. της γλώσσας Χίντι < αρχ. ινδ. țańka «τυπωμένο νόμισμα»].