χαρουπιά

From LSJ
Revision as of 13:01, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (46)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Βούλου δ' ἀρέσκειν πᾶσι, μὴ σαυτῷ μόνῳ → Studeas placere cunctis, non soli tibi → Such allen zu gefallen, nicht nur dir allein

Menander, Monostichoi, 76

Greek Monolingual

και καρουπιά, η, Ν χαρούπι
βοτ. κοινή ονομασία του γένους αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών κερατονία, που ανήκει στην οικογένεια φαβίδες, αλλ. ξυλοκερατιά.