ἄνεμος καὶ ὄλεθρος ἄνθρωπος → ruinous and unstable man, a man unstable as the wind
το, Νμουσ. μουσικό όργανο με χορδές, έγχορδο όργανο.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. chordophone < χορδή + -φωνο (< φωνή)].