πάτερ, ἄφες αὐτοῖς, οὐ γὰρ οἴδασιν τί ποιοῦσιν → father, forgive them, for they know not what they do
Full diacritics: τετρίγει | Medium diacritics: τετρίγει | Low diacritics: τετρίγει | Capitals: ΤΕΤΡΙΓΕΙ |
Transliteration A: tetrígei | Transliteration B: tetrigei | Transliteration C: tetrigei | Beta Code: tetri/gei |
τετρῑγυῖα, τετρῑγῶτας,
A v. τρίζω.
τετρίγει: τετρῑγυῖα, τετρῑγῶτας, ἴδε τρίζω,
see τρίζω.
τετρίγει: [ῑ], Επικ. γʹ ενικ. υπερσ. του τρίζω· τετρῑγῶς, -υῖα, μτχ. παρακ.· τετρῑγῶτας, Επικ. αντί τετριγότας, αιτ. πληθ.