πικρὸν με ἀπαιτεῖς ἐνοίκιον → you ask too much of me, you demand a bitter rent from me
adv.à Olympie avec mouv.Étymologie: Ὀλυμπίας, -δε.
Ὀλυμπίαζε: επίρρ., προς την Ολυμπία, σε Θουκ.