Κιτιεύς
From LSJ
Μὴ σπεῦδε πλουτεῖν, μὴ ταχὺς πένης γένῃ → Ditescere properans, inops fies cito → Vermeide schnellen Reichtum, sonst verarmst du schnell
French (Bailly abrégé)
έως (ὁ) :
habitant ou originaire de Cition.
Étymologie: Κίτιον.
Russian (Dvoretsky)
Κῐτιεύς: έως ὁ китиец, житель Кития Dem., Plut., Diog. L.