Κύριε, σῶσον τὸν δοῦλον σου κτλ. → Lord, save your slave ... (mosaic inscription from 4th cent. church in the Negev)
ο, θηλ. Μόρα (Μ Μόρος)
Άραβας και, γενικά, Βορειοαφρικανός ή Ισπανός αραβικής καταγωγής, Μαύρος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. Μoro].
Μόρος: ὁ Мор (сын Ночи) Hes.