εἰργόμενον θανάτου καὶ τοῦ ἀνάπηρον ποιῆσαι → excluding death and maiming, short of death or maiming
att. c. παραπάσσω.
παραπάττω: атт. = παραπάσσω.
παραπάττω, Ion. παραπάσσω bestrooien.