обволакивать
From LSJ
τὸ σὸν εἰς ἡμᾶς ἐνδιάθετον → your disposition towards us
Russian > Greek
συγκρατέω, περιθέω, περίκειμαι, περιπλάσσω, περιπλάττω, κατειλύω, περιαπλόω, συμπεριλαμβάνω, συγκαλύπτω, ἀμφικαλύπτω
τὸ σὸν εἰς ἡμᾶς ἐνδιάθετον → your disposition towards us
συγκρατέω, περιθέω, περίκειμαι, περιπλάσσω, περιπλάττω, κατειλύω, περιαπλόω, συμπεριλαμβάνω, συγκαλύπτω, ἀμφικαλύπτω