τροχιλίδιον
From LSJ
ἥλιον ἐν λέσχῃ κατεδύσαμεν → we let the sun go down in talk, we let the sun go down in conversation
English (LSJ)
τό, Dim. of foreg., Hero Spir.1.27 (fort. τροχιλείδιον).
Greek Monolingual
τὸ, Α τροχιλία
υποκορ. του τροχιλεῑον.